Ένα πολύ συγκινητικό κείμενο… δημοσιέυσε η Νατασσα Καραμανλη στο για τον καρκίνο.
Καρκίνος. Μια λέξη ταυτόσημη του φόβου και της αγωνίας.
Μια λέξη σκληρή, που καθορίζει τη ζωή, τις σχέσεις και την ανθρώπινη υπόσταση μας.
Τίποτα στη ζωή αυτή, δεν μας προετοιμάζει επαρκώς, για να αντιμετωπίσουμε σε εμάς ή σε κάποιο δικό μας άτομο, μια τόσο σοβαρή κατάσταση όσο ο καρκίνος.
Ο ψυχίατρος Victor Frankl που επέζησε από 3,5 χρόνια εγκλεισμού στο Άουσβιτς, αναφέρει το εξής:
«Αν η ζωή έχει νόημα στη χαρά, τότε έχει νόημα και στον πόνο και στην αρρώστια, αρκεί ο καθένας να βρει αυτό το νόημα για τον εαυτό του».
Αυτό το νόημα, ανακάλυψε και επαναπροσδιόρισε πάλι από την αρχή, η Χριστίνα.
«Ένα black out, αυτό είναι μόνο», λέει και πίνει αργά το φρεσκοστυμμένο χυμό της. Την κοιτάζω και απορώ με την ηρεμία που αποπνέει η μορφή της.
Τα μάτια της αστράφτουν από αισιοδοξία και στα χείλη της βρίσκεται μόνιμα κρεμασμένο, ένα ολόφωτο χαμόγελο.
Αγωνίστηκε για καιρό, πάλεψε το σώμα της που την πολεμούσε και είναι σήμερα νικήτρια της ζωής.
-Θεωρούσα την ευημερία δεδομένη και ξαφνικά, σαν καταιγίδα στη μέση του πουθενά, με χτύπησε ο καρκίνος.
Αισθάνθηκα την αβεβαιότητα που επιφέρει το άκουσμα αυτής της ασθένειας. Την αγωνία, την οργή.
Κι ύστερα τον πόνο, τη φρίκη. Που πάω τώρα, σκέφτηκα. Τι θα γίνει από δω και πέρα; Είμαι πολύ νέα για να είμαι μελλοθάνατη, κι όμως είμαι.
Γιατί, Θεέ μου; Γιατί σε μένα, τώρα; Αυτό το αχανές γιατί, σερνόταν πάνω μου, μαύρο και απειλητικό, σφηνωμένο κάθε στιγμή στο μυαλό μου.
Ο καρκίνος είχε φτάσει σε 3ο στάδιο όταν αποφασίστηκε η μαστεκτομή. Μήνες μετά την επέμβαση, δυσκολευόμουν ακόμα να συλλάβω τις αλλαγές στο σώμα μου.
Δεν είχα χάσει μόνο το μαστό μου, αλλά και τη γυναίκα μέσα μου. Και φυσικά, ως παράπλευρες απώλειες, τα μαλλιά μου, τις βλεφαρίδες, τα φρύδια μου.
Φοβόμουν τους ανθρώπους, τα αδιάκριτα βλέμματα, τους ψιθύρους. Ντρεπόμουν να ομολογήσω πως έπασχα, κρυβόμουν.
Η περίοδος των θεραπειών ήταν η κάθοδος στην κόλαση. Όταν άνοιγε η πόρτα της χημειοθεραπείας ένιωθα απέραντα μόνη.
Απροστάτευτη. Έτσι κι αλλιώς εκεί δεν χωρούν άλλοι. Είναι αυτός που πονά και οι πόνοι του.
Το φάρμακο περνούσε μέσα μου και έκαιγε τη φλέβα μου και εγώ φανταζόμουν τον καρκίνο σαν ένα τεράστιο κόκκινο φίδι, που με είχε πιασμένη από το λαιμό και με έσφιγγε δυνατά, μέχρι να σταματήσω να ανασαίνω.
Πως θα μπορούσα να του ξεφύγω;
Με είχε καταβάλει ο καρκίνος, αλλά πιο πολύ ο θρύλος που τον ακολουθεί.
Η νοοτροπία μας απέναντι του, ο τρόπος που μάθαμε να τον φοβόμαστε, ακόμα και τα ονόματα που πλάσαμε για να τον καλύψουμε. Το θεριό, η κακιά αρρώστια, το σαράκι, η «επάρατη νόσος».
Τότε συνειδητοποίησα πως ο καρκίνος μπορεί να είναι μόνο ένα πρόβλημα και όπως όλα τα προβλήματα, έπρεπε πρώτα να το αποδεχτώ για να το λύσω.
Για να τον νικήσω, έπρεπε να τον ονοματίσω, να τον κοιτάξω κατάματα δίχως να τον αφήσω να με τρομοκρατήσει.
Όταν το κατάφερα αυτό, είχα ήδη τη μισή λύση. Παραδέχτηκα ότι έχω έναν εχθρό και έτσι ετοίμασα το οπλοστάσιο μου.
Και εκεί που λίγο καιρό πριν, δεν υπήρχαν αισθήματα, παρά μονάχα κενό, ένα πηχτό σκοτάδι, ένιωσα σα να βρέθηκα ξαφνικά στο φως του ήλιου.
Ο διακόπτης είχε ανάψει. To blackout είχε τελειώσει. Τέρμα στην άρνηση, στο πένθος, στην οργή. Όλα στο on.
Οn στη ζωή, στις μικρές στιγμές που της δίνουν αξία, on στην αισιοδοξία και στη θετική σκέψη.
Είχα κηρύξει εγώ τώρα πόλεμο μαζί του. Μου είχε στερήσει ένα μαστό, δεν θα του επέτρεπα να μου πάρει τη ζωή μου.
Άλλαξα τα πάντα γύρω μου, εκτός από τους ανθρώπους που με αγαπούσαν.
Έδωσα ιδιαίτερη προσοχή στη διατροφή μου και ξεκίνησα να κάνω όλα αυτά που αμελούσα να κάνω για μένα, καθώς πίστευα πως θα έχω αρκετό χρόνο μπροστά μου για να τα κάνω.
Ήταν λάθος αυτό το σκεπτικό και η εμπειρία μου με τον καρκίνο, με βοήθησε να καταλάβω τη σπουδαιότητα κάθε μέρας που κυλούσε.
Έμαθα πως κάθε μέρα είναι πολύ σημαντική, για να την σπαταλώ σε ασήμαντα πράγματα και έπαψα να αγχώνομαι για καταστάσεις και ανθρώπους που δεν μπορούσα να αλλάξω.
Κάθε μέρα είναι και μια νίκη ενάντια στο θάνατο, συνεπώς έμαθα να τη ζω σαν γιορτή.
Ο καρκίνος μου έδειξε επίσης, πόσοι και ποιοι με αγαπούν πραγματικά.
Οι άνθρωποι που έμειναν δίπλα μου, είναι αυτοί που δε λύγισαν από την εικόνα μου, που δεν με κοίταξαν ποτέ με οίκτο. Αυτοί που μου κρατούσαν το χέρι όταν έκανα εμετό και άντεχαν τα ουρλιαχτά και τη θλίψη μου.
Ήταν πολύ σκληρό να με βλέπουν να ξεφτιλίζομαι, γιατί ο καρκίνος έχει την ιδιότητα να σε ξεφτιλίζει, αλλά,
όταν πίστεψα ότι αυτό το πράγμα θα τελειώσει, όταν είδα πως είχα τη στήριξη των δικών μου ανθρώπων, τότε άντεχα κι εγώ μαζί τους. Αντλούσα δύναμη από την ενέργεια τους και έτσι το νίκησα, δε με νίκησε.
Η ζωή ποτέ δεν σταματά να μας δίνει μαθήματα και με τον καρκίνο, πήρα κι εγώ το δικό μου. Ευτυχώς ήταν μόνο ένα blackout…
Της Νατάσσας Καραμανλή